alfa
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- alfa < alpha
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]alfa (en) (πληθυντικός alfas)
- το γράμμα A στο φωνητικό αλφάβητο του NATO
Πολωνικά (pl)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]alfa (pl) θηλυκό
- το γράμμα του ελληνικού αλφάβητου: άλφα