aliformiĝi
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ρήμα[επεξεργασία]
ρήμα aliformiĝi | |||
χρόνος | μορφή | ενεργητική μετοχή |
παθητική μετοχή |
---|---|---|---|
ενεστώτας | aliformiĝas | aliformiĝanta | aliformiĝata |
αόριστος | aliformiĝis | aliformiĝinta | aliformiĝita |
μέλλοντας | aliformiĝos | aliformiĝonta | aliformiĝota |
υποθετική | aliformiĝus | - | - |
προστακτική | aliformiĝu | - | - |
aliformiĝi (eo)