almoço
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πορτογαλικά (pt)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
almoço | almoços |
almoço (pt) αρσενικό
- το γεύμα
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
almoço | almoços |
almoço (pt) αρσενικό