almozpetanto
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | almozpetanto | almozpetantoj |
αιτιατική | almozpetanton | almozpetantojn |
almozpetanto (eo)
- η ζητιανιά