Μετάβαση στο περιεχόμενο

altiranta

Από Βικιλεξικό

Ρηματικός τύπος

[επεξεργασία]

altiranta (eo)

  • ενεστώτας της επιθετικής ενεργητικής μετοχής του ρήματος altiri