amandine

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: Amandine

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

amandine < amande

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /a.mɑ̃.din/

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
amandine amandines

amandine (fr) θηλυκό

  1. ζελέ από γλυκά αμύγδαλα και ζάχαρη
  2. μικρό δροσερό γλυκό με αμύγδαλα

Συγγενικά[επεξεργασία]