amendement
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- amendement < amender
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
amendement | amendements |
amendement (fr) αρσενικό