amoraliste

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
amoraliste amoralistes

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

amoraliste (fr) αρσενικό ή θηλυκό