amorce
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
amorce | amorces |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
amorce (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
amorce | amorces |
amorce (fr) θηλυκό