amphi
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
amphi | amphis |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
amphi (fr) αρσενικό
- (οικείο) συντόμευση του « amphithéâtre »
Δείτε επίσης : amphi- |
ενικός | πληθυντικός |
amphi | amphis |
amphi (fr) αρσενικό