anĝelo
Εμφάνιση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | anĝelo | anĝeloj |
αιτιατική | anĝelon | anĝelojn |
anĝelo (eo)
- ο άγγελος
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | anĝelo | anĝeloj |
αιτιατική | anĝelon | anĝelojn |
anĝelo (eo)