anadiplose
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /a.na.di.plɔz/
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
anadiplose | anadiploses |
anadiplose (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
anadiplose | anadiploses |
anadiplose (fr) θηλυκό