anathème
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
anathème | anathèmes |
anathème (fr) αρσενικό
- το ανάθεμα
ενικός | πληθυντικός |
anathème | anathèmes |
anathème (fr) αρσενικό