anemico
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ιταλικά (it)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- anemico < anemia
Επίθετο[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
anemico | anemici |
anemico (it)
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
anemico | anemici |
anemico (it)