Μετάβαση στο περιεχόμενο

angiologist

Από Βικιλεξικό

Αγγλικά (en)

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
angiologist angiologists

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

angiologist (en)