Μετάβαση στο περιεχόμενο

anglaise

Από Βικιλεξικό
Δείτε επίσης: Anglaise
      ενικός         πληθυντικός  
anglaise anglaises

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ɑ̃.ɡlɛz/
 

Επίθετο

[επεξεργασία]

anglaise (fr) θηλυκό