anglicisme
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
anglicisme | anglicismes |
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ɑ̃.ɡli.sism/
- ⓘ
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]anglicisme (fr) αρσενικό
Ολλανδικά (nl)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ˌɑŋliˈsɪsmə/
- ⓘ
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]anglicisme (nl) ουδέτερο