anioł
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πολωνικά (pl)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
anioł (pl) αρσενικό
[επεξεργασία]
Εκφράσεις[επεξεργασία]
- anioł stróż: ο φύλακας άγγελος
- prawdziwy anioł: αληθινός άγγελος