anstataŭigo
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | anstataŭigo | anstataŭigoj |
αιτιατική | anstataŭigon | anstataŭigojn |
anstataŭigo (eo)