anticipé
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | anticipé | anticipés |
θηλυκό | anticipée | anticipées |
Επίθετο
[επεξεργασία]anticipé (fr) αρσενικό
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | anticipé | anticipés |
θηλυκό | anticipée | anticipées |
anticipé (fr) αρσενικό