antidépresseur
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ɑ̃.ti.de.pʁɛ.sœʁ/
- ⓘ
Επίθετο[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | antidépresseur | antidépresseurs |
θηλυκό | antidépresseuse | antidépresseuses |
antidépresseur (fr) αρσενικό ή θηλυκό
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
antidépresseur | antidépresseurs |
antidépresseur (fr) αρσενικό