antifreeze
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]antifreeze (en) (μη μετρήσιμο)
- το αντιψυκτικό
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]-
antifreeze στην αγγλική Βικιπαίδεια

antifreeze (en) (μη μετρήσιμο)