antiphlogistique
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
antiphlogistique | antiphlogistiques |
Επίθετο[επεξεργασία]
antiphlogistique (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
antiphlogistique | antiphlogistiques |
antiphlogistique (fr) αρσενικό ή θηλυκό