apartment building
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
apartment building | apartment buildings |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Πολυλεκτικός όρος
[επεξεργασία]apartment building (en)
- η πολυκατοικία
In new apartment buildings, the construction of underground garages in mandatory.
- Στις καινούριες πολυκατοικίες είναι υποχρεωτική η κατασκευή υπόγειων γκαράζ.