apocope
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
apocope | apocopes |
apocope (fr) θηλυκό
- η αποκοπή
ενικός | πληθυντικός |
apocope | apocopes |
apocope (fr) θηλυκό