Μετάβαση στο περιεχόμενο

apophtegme

Από Βικιλεξικό

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /a.pɔf.tɛɡm/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
apophtegme apophtegmes

apophtegme (fr) αρσενικό