approximant
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
approximant (en)
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | approximant | approximants |
θηλυκό | approximante | approximantes |
Επίθετο[επεξεργασία]
approximant (fr)