arboreal
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
arboreal (en)
- δενδρικός, που αναφέρεται σε δέντρο, -α ή μοιάζει με αυτό
- δενδρόβιος, που ζει ή δαπανά μεγάλο τμήμα της ημέρας σε δέντρο ή δέντρα