arbour
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en) [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
arbour (en)
arbor (αμερικανική διάλεκτος) και arbour (βρετανική διάλεκτος)
- η κληματαριά
- η πέργκολα