arbre fruitier
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Πολυλεκτικός όρος
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
---|---|
arbre fruitier | arbres fruitiers |
arbre fruitier (fr) αρσενικό
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
arbre fruitier | arbres fruitiers |
arbre fruitier (fr) αρσενικό