aristocratique
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /a.ʁis.tɔ.kʁa.tik/
- ⓘ
Επίθετο
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
aristocratique | aristocratiques |
aristocratique (fr) αρσενικό ή θηλυκό