armateur
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
armateur | armateurs |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
armateur (fr) αρσενικό
- ο εφοπλιστής, ο καραβοκύρης
ενικός | πληθυντικός |
armateur | armateurs |
armateur (fr) αρσενικό