arondismento
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- arondismento < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | arondismento | arondismentoj |
αιτιατική | arondismenton | arondismentojn |
arondismento (eo)
- το γεωγραφικό διαμέρισμα μιας πόλης