arrimeur

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
arrimeur arrimeurs

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

arrimeur (fr) αρσενικό