arrival
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
arrival | arrivals |
arrival (en)
- (μετρήσιμο και μη μετρήσιμο) η άφιξη, ο ερχομός, η ενέργεια του έρχομαι
- ↪ The fire was extinguished thanks to the timely notification and arrival of the fire department.
- Η φωτιά σβήστηκε χάρη στην έγκαιρη ειδοποίηση και άφιξη της πυροσβεστικής.
- ↪ The arrival of swallows means that spring has come.
- Ο ερχομός των χελιδονιών σημαίνει πως έφτασε η άνοιξη.
- ↪ The fire was extinguished thanks to the timely notification and arrival of the fire department.
- (μη μετρήσιμο) οι αφίξεις στο αεροδρόμιο
- ↪ arrivals and departures board at the airport - πίνακας αφίξεων και αναχωρήσεων στο αεροδρόμιο
- η άφιξη, ένα άτομο ή ένα πράγμα που έρχεται σε ένα μέρος
- ↪ We have many new arrivals at the hotel.
- Έχουμε πολλές νέες αφίξεις στο ξενοδοχείο.
- ↪ We have many new arrivals at the hotel.