Μετάβαση στο περιεχόμενο

as for

Από Βικιλεξικό

Αγγλικά (en)

[επεξεργασία]

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
as for <  δείτε τις λέξεις as και for

Έκφραση

[επεξεργασία]

as for (en)

  • (ιδιωματισμός) όσον αφορά, ως προς, όσο για, χρησιμοποιείται για να αρχίσω να μιλάω για κάποιον ή κάτι
    παράδειγμα  As for the cars, the prices didn’t change.
    Όσον αφορά τα αυτοκίνητα, οι τιμές δεν άλλαξαν.
    παράδειγμα  as for me… - ως προς εμένα…
    παράδειγμα  as for accepting your offer… - όσο για την αποδοχή της πρότασής σου
     συνώνυμα:  δείτε την πρόθεση about