Μετάβαση στο περιεχόμενο

asiatique

Από Βικιλεξικό
Δείτε επίσης: Asiatique
      ενικός         πληθυντικός  
asiatique asiatiques

Επίθετο

[επεξεργασία]

asiatique (fr) αρσενικό ή θηλυκό

Συγγενικά

[επεξεργασία]