assist
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en) [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
assist (en)
- (αθλητισμός) ασίστ, πάσα που οδηγεί σε σκοράρισμα
Ρήμα[επεξεργασία]
assist (en)
- βοηθώ
- (αθλητισμός) δίνω ασίστ