atchoum

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Επιφώνημα[επεξεργασία]

atchoum (fr)

  1. ο θόρυβος που προκαλείται από ένα φτέρνισμα

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
atchoum atchoums

atchoum (fr) αρσενικό

  1. ο θόρυβος που προκαλείται από ένα φτέρνισμα

Δείτε επίσης[επεξεργασία]