Μετάβαση στο περιεχόμενο

athlétique

Από Βικιλεξικό

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Επίθετο

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
athlétique athlétiques

athlétique (fr) αρσενικό ή θηλυκό