atmosphérique
Πίνακας περιεχομένων
Γαλλικά (fr) [επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- atmosphérique < atmosphère
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /at.mɔs.fe.ʁik/
Επίθετο[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
atmosphérique | atmosphériques |
atmosphérique (fr) αρσενικό ή θηλυκό