atrament
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πολωνικά (pl)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
atrament < λατινική atramentum
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
atrament (pl) αρσενικό
- το μελάνι
[επεξεργασία]
Πολυλεκτικοί όροι[επεξεργασία]
Σλοβακικά (sk)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
atrament (sk) αρσενικό
- το μελάνι