attacker
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
attacker | attackers |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
attacker (en)
- αυτός που διαπράττει μια επίθεση, ο δράστης μιας επίθεσης
- (αθλητισμός) ο επιθετικός (παίκτης)