aubépine
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
aubépine | aubépines |
aubépine (fr) θηλυκό
- η ασπραγκαθιά, η λευκάκανθος
ενικός | πληθυντικός |
aubépine | aubépines |
aubépine (fr) θηλυκό