auget
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- auget < auge
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
auget | augets |
auget (fr) αρσενικό
- μικρή σκάφη
ενικός | πληθυντικός |
auget | augets |
auget (fr) αρσενικό