autisme
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
autisme | autismes |
autisme (fr) αρσενικό
- ο αυτισμός
ενικός | πληθυντικός |
autisme | autismes |
autisme (fr) αρσενικό