autofécondation
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
autofécondation | autofécondations |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
autofécondation (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
autofécondation | autofécondations |
autofécondation (fr) θηλυκό