automorphism
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]automorphism (en)
- (μαθηματικά) αυτομορφισμός, ισομορφισμός ενός χώρου Α στον εαυτό του
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]-
automorphism στην αγγλική Βικιπαίδεια
automorphism (en)