Μετάβαση στο περιεχόμενο

autoritaire

Από Βικιλεξικό

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Επίθετο

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
autoritaire autoritaires

autoritaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό

Συγγενικά

[επεξεργασία]