Μετάβαση στο περιεχόμενο

autruche

Από Βικιλεξικό

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
autruche autruches

autruche (fr) θηλυκό